Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής στην Συζήτηση του Σχεδίου Νόμου για το Σχέδιο «Καλλικράτης».
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ».
Συνεχίστηκε χθες για δεύτερη μέρα στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών για το σχέδιο «Καλλικράτης». Στην συνεδρίαση συμμετείχε και τοποθετήθηκε επί του νομοσχεδίου και ο Βουλευτής της Ν.Δ. του νομού Καρδίτσας, κ. Κώστας Τσιάρας.
Η ομιλία του κ. Τσιάρα έχει ως εξής:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
είναι προφανές πως αυτές τις ημέρες στη σκέψη όλων όσων υπηρετούμε την κεντρική πολιτική σκηνή, κυριαρχεί η δεδομένη και συνεχιζόμενη απαξίωση της πολιτικής και του πολιτικού συστήματος.
Οποιαδήποτε λοιπόν νομοθετική πρωτοβουλία, για να μπορεί να έχει αποτέλεσμα, πρέπει σε ένα μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό να στοχεύει και στην «αύξηση της αξιοπιστίας της πολιτικής».
Γιατί δεν μπορεί η αξιοπιστία της πολιτικής να παραμείνει αλώβητη, όταν μια μεγάλη, μια γενναία μεταρρύθμιση, όπως είναι το προτεινόμενο σχέδιο νόμου για τον «Καλλικράτη», συμβαίνει ερήμην της κοινωνίας.
Δυστυχώς ακολουθήθηκε μια συγκεκριμένη πρακτική διαβούλευσης, που περιορίσε την συζήτηση μόνο μεταξύ του αρμοδίου Υπουργού και των συναδέλφων Βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. του εκάστοτε νομού. Δεν είναι όμως μόνο αυτό το γεγονός, που καθιστά τη συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία προβληματική και γεννά πάρα πολλά ερωτηματικά. Είναι και το γεγονός, πως με τον τρόπο που δρομολογείται, δεν δημιουργείται η αίσθηση πως ο νέος αυτοδιοικητικός χάρτης λειτούργει με ένα συγκεκριμένο κριτήριο, το οποίο παρουσιάζεται ως δίκαιο.
Και φαίνεται καθαρά, πως και με αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία, δυστυχώς δεν επιτυγχάνεται το πλέον ζητούμενο, που είναι η ανάκτηση της αξιοπιστίας για το πολιτικό μας σύστημα.
Σε ό,τι αφορά το Νομό Καρδίτσας, από τον οποίο και προέρχομαι, έχουν γεννηθεί πάρα πολλά ερωτηματικά. Είχα εκφράσει δημόσια την άποψή μου. Αν η προτεινόμενη μεταρρύθμιση εκινείτο προς την δημιουργία τεσσάρων δήμων, στα όρια των παλαιών επαρχιών, κανείς δεν θα μπορούσε να αντιλέξει. Γιατί σ’ αυτή την περίπτωση μόνο θα είχε εφαρμογή το λεγόμενο «μείζον κριτήριο», που είναι το πληθυσμιακό, και δεν θα δημιουργούνταν κανένα απολύτως ζήτημα. Η τελική πρόταση όμως για έξι δήμους, δημιουργεί αναπάντητα ερωτήματα για την σκοπιμότητα της αλλά και περαιτέρω διεκδικήσεις από την τοπική κοινωνία, απολύτως δίκαιες. Διεκδικήσεις για την ίδρυση ακόμα δύο δήμων, που δικαιολογούνται απολυτά από την έως τώρα εφαρμογή του «Καλλικράτη» και των επιλεγέντων κριτηρίων. Θα υπήρχε τότε διάχυτη μια αίσθηση δικαίου για τους πολίτες της Καρδίτσας και ταυτόχρονα η πεποίθηση, πως απέναντι τους έχουν ένα αξιόπιστο, σοβαρό πολιτικό σύστημα.
Δυστυχώς όμως αυτό δεν συνέβη. Έτσι λοιπόν, ενώ δημιουργείται ο δήμος της Λίμνης Πλαστήρα – και καλώς δημιουργείται, από τη στιγμή που προχωρήσαμε στα κριτήρια της ορεινότητας και της νησιωτικότητας – είναι εύλογο το αίτημα των παραλίμνιων δήμων της λίμνης Σμοκόβου. Έπρεπε ή όχι κατ’ αντιστοιχία για την δική τους περίπτωση να προωθηθεί η ίδρυση αυτόνομου ορεινού δήμου, αφού φέρουν τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά. Θα ήθελα λοιπόν να καταθέσω στα Πρακτικά την ομόφωνη απόφαση των τριών δημοτικών συμβουλίων των Δήμων Ρεντίνης, Μενελαϊδας και Ταμασίου, με την οποία ζητούν, με τον ίδιο ακριβώς και εξαιρετικά δίκαιο τρόπο, να δημιουργηθεί ένας αντίστοιχος δήμος με τα κριτήρια της ορεινότητας, όπως ο δήμος της Λίμνης Πλαστήρα.
Ταυτόχρονα από την άλλη πλευρά υπήρχε ένα ακόμη αίτημα, να δημιουργηθεί ένας νέος δήμος στα όρια των δήμων Παμίσου και Σελλάνων, ακριβώς γιατί υπήρχαν πολύ ιδιαίτερα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά και σ” αυτή την περιοχή. Σας καταθέτω τα πρακτικά απόφασης των δύο δημοτικών συμβουλίων. Ενώ για να ικανοποιηθεί και το κριτήριο του πληθυσμού, όπως ακριβώς το προβλέπει το νομοσχέδιο, θα μπορούσε ενδεχομένως να προσαρτηθεί και ο Δήμος Ιθώμης. Αν και βέβαια μια τέτοια επιλογή θα προϋπέθετε την αλλαγή της χωροταξίας του αυτοδιοικητικού χάρτη της Καρδίτσας.
Δυστυχώς όλα αυτά, επαναλαμβάνω, δεν μπορούν να αποδοθούν στην πραγματική τους διάσταση, όταν η συζήτηση γίνεται μόνο μεταξύ του αρμοδίου Υπουργού και των Βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος. Γιατί έτσι, αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι, δεν μεταφέρεται η πραγματική εικόνα. Και δεν μεταφέρεται η πραγματική εικόνα, ακριβώς γιατί επιβεβαιώνεται πως όπως και στο παρελθόν, η σημερινή Κυβέρνηση ότι έχει ταυτίσει το κράτος με το κόμμα. Μια πρακτική η οποία έχει σαφέστατα καταδικαστεί.
Κι επειδή όλες αυτές οι αλλαγές και οι μεταρρυθμίσεις ουσιαστικά έγιναν με μια πολύ συγκεκριμένη πρακτική, που αγνοεί την βούληση των τοπικών κοινωνιών και την γνώμη των τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων, εκτιμώ ότι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία. Η ελληνική κοινωνία ήταν ώριμη γι” αυτή τη μεταρρύθμιση, αλλά δυστυχώς ο τρόπος με τον οποίο νομοθετεί η Κυβέρνηση δείχνει ότι δεν καταφέραμε να κερδίσουμε αυτή την ευκαιρία. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν γιατί για τη Νέα Δημοκρατία δεν θα ήταν σε καμία περίπτωση λογικό να υπερψηφίσει ένα τέτοιο νομοσχέδιο.
Σας ευχαριστώ πολύ.».