Ομιλία στη Παρουσίαση του Βιβλίου: «Η Ελληνική Διασπορά στην Αυστραλία».
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ».
Αγαπητή κυρία Πρέσβη,
Αγαπητοί Προσκεκλημένοι
Κυρίες και Κύριοι,
Με ιδιαίτερη χαρά χαιρετίζω την έκδοση του συλλογικού έργου «Η Ελληνική διασπορά στην Αυστραλία» από το Εργαστήριο Μετανάστευσης και ∆ιασποράς, του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και ∆ημόσιας ∆ιοίκησης της Σχολής Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το σημαντικότατο αυτό πόνημα, το οποίο ασχολείται με τoν Ελληνισμό της Αυστραλίας, επήγασε από τις εργασίες του διεθνούς Συνεδρίου, που συνδιοργάνωσαν το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο La Trobe της Μελβούρνης ήδη από το 2004.
Παρέχει δε μια πολυεπίπεδη, αναλυτική και εμπεριστατωμένη προσέγγιση του θέματος από ειδικούς αναλυτές διαφόρων επιστημονικών τομέων.
Η διεξοδική διεπιστημονική μελέτη της κοινότητας των Ελληνο-Αυστραλών βασίζεται τόσο σε επιστημονικά δεδομένα όσο και σε μια οικουμενική θεώρηση της παγκόσμιας μεταναστευτικής κινητικότητας αναλύοντας σε βάθος με τρόπο συνθετικό ιστορικά στοιχεία, οικονομικά δεδομένα, κοινωνικά μορφώματα και πολιτισμικές παραμέτρους.
Η προσπάθεια της επιστημονικής ομάδας εμπλουτίζει σημαντικά τη σχετική βιβλιογραφία διότι προσκομίζει τόσο επικαιροποιημένα οσο και άγνωστα εν πολλοίς έγκυρα στοιχεία γι’ αυτό το σημαντικό τμήμα της ελληνικής διασποράς.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι το έργο εξετάζει όλους τους επιστημονικούς τομείς που σχετίζονται με το θέμα, όπως μεταξύ άλλων, την ιστορική προσέγγιση και τις δημογραφικές εξελίξεις, το σημαντικό ρόλο της Ελληνίδας σε σύγκριση με τις γυναίκες άλλων εθνοτικών ομάδων, το χρονικό της οργανωτικής διάρθρωσης του Ελληνισμού σε αδελφότητες, κοινότητες και άλλες μορφές οργάνωσης, τις υλικές και συναισθηματικές σχέσεις με την πατρώα γη, την διδακτική της ελληνικής γλώσσας σε συνδυασμό με την πολιτισμική πρακτική.
Ταυτόχρονα μας φέρνει σε επαφή με το πολιτισμικό έργο Ελλήνων πνευματικών δημιουργών, από τις πρώτες νοσταλγικές αφηγήσεις μέχρι τις πρόσφατες πολύ-πολιτισμικές προσεγγίσεις .
Συνηθίζεται σε παρουσιάσεις επιστημονικών πονημάτων, ο ομιλών να αναφέρεται και στο υπό συζήτηση αντικείμενο.
Πιστεύω όμως ότι ενώπιόν σας, κάθε αναφορά στον ελληνισμό της Αυστραλίας δεν θα προσέφερε κάτι, πέρα από το γεγονός ότι ενδέχεται να ελεγχθεί από τα έγκριτα μέλη της πανεπιστημιακής και επιστημονικής κοινότητας που βρίσκονται ανάμεσα μας.
Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να σας μιλήσω από καρδιάς για το πώς βλέπω τον εκτός συνόρων ελληνισμό στο σύνολό του.
Είναι γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια μια τεράστια διαχρονική δύναμη, όπως είναι ο Απόδημος Ελληνισμός, δεν έχει αξιοποιηθεί με την καλώς εννοούμενη έννοια από την Ελλάδα.
Αυτή τη δύναμη την χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Οι Έλληνες που βρίσκονται σε κάθε γωνιά της γης, πάντα έχουν στη σκέψη, στο μυαλό και στην καρδιά τους την πατρίδα.
Ειδικά αυτή την εποχή, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό να διαπιστώνουμε ότι ο Ελληνισμός της Διασποράς στέλνει μηνύματα αλληλεγγύης και συμπαράστασης στην πανεθνική προσπάθεια.
Όπως γνωρίζετε, οι απόδημοι και ομογενείς Έλληνες, ειδικότερα των νεότερων γενεών, έχουν αξιοζήλευτη παρουσία στο κοινωνικό, επιστημονικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι των χωρών στις οποίες ζουν. Με την συμμετοχή τους στα κοινά, έχουν καταστεί εν δυνάμει πρεσβευτές της χώρας μας και ρυθμιστικοί παράγοντες στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό πεδίο των χωρών τους, ανατρέποντας την αρνητική εικόνα της πατρίδας μας.
Πολλές φορές στο παρελθόν, το μητροπολιτικό κέντρο, προσπάθησε να θεμελιώσει και να εδραιώσει αμφίδρομες σχέσεις κατανόησης και εμπιστοσύνης με τον απανταχού ελληνισμό, άλλοτε πηγαία ειλικρινείς και ενίοτε με μια πατερναλιστική διάθεση.
Το εργαλείο που είχαμε μέχρι σήμερα, το κυρίαρχο, δηλαδή αυτό το οποίο έδινε υπόσταση σε ό,τι σχεδιάζαμε ή τουλάχιστον θεωρητικά λειτουργούσε σε αυτή την κατεύθυνση, ήταν το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού.
Με μία πρώτη αποτίμηση του μέχρι σήμερα έργου του, εύκολα γίνεται αντιληπτό, ότι ένας θεσμός ο οποίος ξεκίνησε με πολύ μεγάλες προσδοκίες και που δημιούργησε εάν θέλετε την αίσθηση ότι μπορεί πραγματικά να παίξει ουσιαστικό ρόλο, όχι μόνο στη σχέση, μεταξύ απόδημου – οικουμενικού ελληνισμού και Ελλάδος, αλλά κυρίως στην δυνατότητα διαμόρφωσης δεδομένων ή εξελίξεων, που αφορούν την Ελλάδα, σε όλες τις γωνιές του πλανήτη, δεν πέτυχε σε κανέναν από τους στόχους που είχαν τεθεί από την ιδρυτική του διακήρυξη.
Δεν κατάφερε να εκπροσωπήσει το σύνολο του οικουμενικού – απόδημου ελληνισμού.
Δεν κατάφερε να είναι ο επίσημος – ο θεσμικός συνομιλητής με την ελληνική πολιτεία και βεβαίως, δεν μπόρεσε να έχει ούτε καν αυτό το συμβουλευτικό ρόλο, που υποτίθεται ότι είχε τεθεί ως ένας από τους όρους της ιδρυτικής του διακήρυξης.
Για την αναμόρφωση του νόμου, που το διέπει και αφορά την λειτουργία του εστιάσα με σε τρεις συγκεκριμένες αρχές, της αυτό-οργάνωσης του θεσμού, της αυτοχρηματοδότησής και της κάθετης εκπροσώπησής του.
Η αυτό-οργάνωση, είναι μία αναγκαία συνθήκη, εάν θέλουμε να εξαλείψουμε κάθε διάθεση χειραγώγησής του.
Το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού θα λειτουργήσει μόνο του και μέσα από μία διαδικασία, η οποία θα εμπνευστεί από τα ίδια του τα μέλη και από την ίδια του την οργάνωση.
Η αυτοχρηματοδότηση, είναι η δεύτερη αρχή.
Η ελληνική πολιτεία βρίσκεται σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή.
Δεν υπάρχουν πόροι για να υποστηριχθούν βασικές ανάγκες και βασικές δομές και αντιλαμβάνεστε ότι το να δίνουμε χρήματα με τον τρόπο που δόθηκαν στο παρελθόν είναι προφανώς μια επιλογή που δεν μπορεί πλέον να υποστηριχθεί.
Ο τρίτος άξονας είναι η κάθετη εκπροσώπησή του ακόμη και στον «τελευταίο» – επιτρέψτε μου τον όρο – απόδημο Έλληνα.
Τι συνέβαινε μέχρι τώρα;
Το Σ.Α.Ε. στην πραγματικότητα λειτουργούσε μέσω των εκπροσώπων πρωτοβαθμίων και δευτεροβαθμίων οργανώσεων.
Με τον τρόπο αυτό, όμως, δεν εκπροσωπείτο ο απλός πολίτης ελληνικής καταγωγής, αν δεν ήταν μέλος κάποιας ομογενειακής οργάνωσης.
Με τη δυνατότητα να είναι μέλος στο Σ.Α.Ε. ο κάθε Έλληνας πολίτης δημιουργούμε μια προοπτική αίσθησης, ότι το Σ.Α.Ε. ανήκει σε όλους και εκπροσωπεί τους πάντες.
Είναι ένα μείζον ζητούμενο στον παρόντα χρόνο.
Αυτού του είδους η νέα οργανωτική δομή ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών, χωρίς να παραβλέπεται το εξαιρετικά σημαντικό έργο των παραδοσιακών μορφών οργάνωσης του απόδημου Ελληνισμού, οι οποίες μπορούν και πρέπει να συνεχίσουν να προσφέρουν τις πολύτιμες εθνικές υπηρεσίες τους.
Πέραν αυτών, θεωρώ ότι το πιο κρίσιμο θέμα το οποίο πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι η παιδεία και η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας.
Η άποψή μου είναι, ότι η γλώσσα μαζί με τη θρησκεία είναι τα δύο βασικά στοιχεία, που προσδιορίζουν την ελληνική ταυτότητα και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο των ομογενών με την μητέρα πατρίδα.
Μαζί με τη διδασκαλία της ιστορίας αποτελούν τους βασικούς διαμορφωτές της εθνικής συνείδησης.
Χωρίς τη γνώση της ελληνικής γλώσσας, η ομογένεια θα χαθεί οριστικά για την Ελλάδα.
Γι” αυτό, νομίζω ότι πρέπει να αποτελέσει ύψιστο καθήκον μας και πρώτιστο μέλημά μας, η παροχή της δυνατότητας στους ομογενείς να μαθαίνουν στα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα.
Ένα άλλο σημείο που θα ήθελα να θίξω κλείνοντας, είναι αυτό της τάσης μιας νέας ροής δυναμικού από την Ελλάδα προς τις παραδοσιακές χώρες προορισμού του παρελθόντος σε αναζήτηση καλύτερων συνθηκών, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της τρέχουσας δημοσιονομικής συγκυρίας.
Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που διαθέτουμε δεν είναι ακόμα πλήρη, οι νέες αυτές μετακινήσεις μπορούμε να πούμε ότι αφορούν τέσσερις κυρίως κατηγορίες:
- · Πρώτη είναι η της επιστροφής παλαιών ομογενών μεταναστών, οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει στις μεταπολεμικές δεκαετίες και τώρα ξαναφεύγουν από την Ελλάδα είτε ως συνταξιούχοι είτε ως ενεργό δυναμικό σε χώρες που τους είναι οικείες και ως προς τη γλώσσα και ως προς τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες.
- · Δεύτερη κατηγορία είναι εκείνη των τέκνων ομογενών είτε ακόμα και μελών του ευρύτερου συγγενικού τους περιβάλλοντος που προσβλέπουν σε εξεύρεση εργασίας με υποστήριξη το πρώτο διάστημα από τους μόνιμα εγκαταστημένους οικείους τους.
- · Τρίτη κατηγορία είναι εκείνη των ατόμων με υψηλή επιστημονική και επαγγελματική ειδίκευση και κατάρτιση, οι οποίοι μετακινούνται μετά από προσυνεννόηση και εντάσσονται με ευκολία στο σύστημα της κάθε χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μετακίνηση ιατρών στη Σουηδία για ταχύτερη απόκτηση ειδικότητας και επαγγελματική αποκατάσταση, δεδομένου ότι η χώρα αυτή έχει έλλειψη ιατρών σε σχέση με τις υπάρχουσες ανάγκες.
- · Τέταρτη κατηγορία είναι εκείνη που αφορά σε άτομα τα οποία διαθέτουν και αυτά πανεπιστημιακό πτυχίο, εξειδικευμένα προσόντα και προϋπηρεσία καθώς και γνώση της γλώσσας της χώρας στην οποία μεταβαίνουν, πλην όμως αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες καθώς βρίσκονται σε ένα περιβάλλον που τους είναι παντελώς άγνωστο τόσο από κοινωνικής πλευράς, όσο και από πλευράς διοικητικών δομών και οργάνωσης της αγοράς εργασίας.
Ακόμα όμως μεγαλύτερες δυσκολίες αντιμετωπίζει μια πέμπτη κατηγορία συμπατριωτών μας, οι οποίοι μετακινούνται, πολλές φορές οικογενειακά, κυρίως σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς κάποιου είδους προγραμματισμό και χωρίς βασικά προσόντα ή βασική γνώση της ξένης γλώσσας, με ελάχιστα ή καθόλου χρήματα για την κάλυψη των αρχικών τουλάχιστον αναγκών διαβίωσης, αγνοώντας ότι η εικόνα ευημερίας και κοινωνικών παροχών που παρουσιάζεται στα Μ.Μ.Ε. για κάποιες χώρες είναι είτε πλασματική είτε ισχύει υπό αυστηρές προϋποθέσεις, πέφτοντας πολλές φορές θύματα της αγοράς «μαύρης» εργασίας με όλες τις δυσμενείς συνέπειες.
Είναι λοιπόν επιβεβλημένο να καταβάλουμε προσπάθεια για την κατάλληλη ενημέρωση και προετοιμασία των συμπατριωτών μας που ενδιαφέρονται για μετεγκατάσταση στο εξωτερικό και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να αναλάβουμε πρωτοβουλίες, σε συνεργασία με άλλες υπηρεσίες και τις Αρχές μας στο εξωτερικό.
Συγχαίρω τους επιστημονικά υπεύθυνους του Εργαστηρίου και όλη την επιστημονική ομάδα για το αξιόλογο έργο τους και τους ευχαριστώ για την ευγενική τους πρόσκληση καθώς και όλους σας για την προσοχή σας.